Ο χημικός του Εκπαιδευτικού Ομίλου "Πράξη & Πρόοδος", Καταχανάκης Παύλος, γράφει ένα κείμενο για τα διαλύματα ενώ στο τέλος παραθέτει και ένα σχετικό βίντεο. Διαλυτότητα και υπέρκορα διαλύματα
Ο κόσμος γύρω μας είναι γεμάτος διαλύματα, δηλαδή αναμεμειγμένες χημικές ουσίες. Για να τα μελετήσουμε τα «διαχωρίζουμε» στο διαλύτη και στις διαλυμένες ουσίες. Διαλύτης είναι το συστατικό που έχει την ίδια φυσική κατάσταση με το διάλυμα και βρίσκεται στην μεγαλύτερη αναλογία ενώ τα υπόλοιπα τα ονομάζουμε διαλυμένες ουσίες. Στον καφέ για παράδειγμα διαλύτης είναι το νερό ενώ διαλυμένες ουσίες.. εκεί έχει να κάνει με τις προτιμήσεις του καθενός. Κάθε ουσία έχει μια μέγιστη ποσότητα η οποία μπορεί να διαλυθεί σε ορισμένη ποσότητα διαλύτη σε συγκεκριμένες συνθήκες. Την ποσότητα αυτή την ονομάζουμε διαλυτότητα και εξαρτάται από τρεις παράγοντες : Την φύση του διαλύτη. Γενικά λέμε ότι τα όμοια διαλύουν όμοια, δηλαδή όσο περισσότερο ο διαλύτης και η διαλυμένη ουσία μοιάζουν στη δομή τόσο αυξάνεται η διαλυτότητα. π.χ. η διαλυτότητα του λαδιού στο νερό, δεν είναι μεγάλη! Τη θερμοκρασία. Η αύξηση της θερμοκρασίας γενικά αυξάνει την διαλυτότητα των στερεών ουσιών στο νερό ενώ των αερίων την μειώνει! Την πίεση. Αυτός ο παράγοντας επηρεάζει αποκλειστικά την διαλυτότητα των αερίων στα υγρά και με την μείωση της πίεσης μειώνεται. Για αυτό το λόγο ανοίγοντας ένα κουτάκι αναψυκτικό (και έτσι ελαττώνοντας την πίεση) το διαλυμένο CO2 φεύγει από το διάλυμα. Τα διαλύματα ανάλογα με την ποσότητα μιας διαλυμένης ουσίας που περιέχουν μπορούμε να τα χωρίσουμε σε τρεις κατηγορίες, στα ακόρεστα, τα κορεσμένα και τα υπέρκορα. Εάν ένα διάλυμα διαθέτει λιγότερη ποσότητα διαλυμένης ουσίας από την μέγιστη που μπορεί να διαλυθεί είναι ακόρεστο, αν περιέχει την μέγιστη κορεσμένο και αν διαθέτει περισσότερη(!) από την μέγιστη ποσότητα υπέρκορο. Τα υπέρκορα διαλύματα αν και με μια πρώτη ματιά μοιάζουν μαγικά παρασκευάζονται σχετικά εύκολα, συνήθως με απότομη μείωση της θερμοκρασίας. Γενικά στα στερεά η διαλυτότητα στο νερό αυξάνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας. Έτσι σε υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να διαλυθούν μεγαλύτερες ποσότητες στην ίδια ποσότητα νερού. Αν στην συνέχεια γίνει ταχύτατη ψύξη, πιο γρήγορα από την ταχύτητα κατακρήμνισης, δηλαδή την ταχύτητα που το νερό αποβάλει την επιπλέον διαλυμένη ουσία, παράγεται ένα υπέρκορο διάλυμα. Τα διαλύματα αυτά είναι εξαιρετικά ασταθή και μια μικρή ανατάραξη ή προσθήκη έστω και ενός κόκκου ακόμα διαλυμένης ουσίας μπορεί να ενεργοποιήσει την αποκρυστάλλωση («μαζική αποβολή») της μη φυσιολογικής ποσότητας που έχει διαλυθεί για τα δεδομένα της νέας θερμοκρασίας στην οποία βρίσκεται.